kul
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Κουρδικά
(ku)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
kul
(ku)
ο
πόνος
Κατηγορίες
:
Κουρδική γλώσσα
Ουσιαστικά (κουρδικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
العربية
Azərbaycanca
Bosanski
Čeština
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Suomi
Français
Fiji Hindi
Magyar
Ido
Íslenska
ქართული
한국어
Kurdî
Кыргызча
Limburgs
Lietuvių
Malagasy
ဘာသာမန်
Bahasa Melayu
Nederlands
Norsk
Polski
Português
Русский
Sängö
Srpskohrvatski / српскохрватски
Slovenščina
Sunda
Svenska
Tagalog
Türkçe
Oʻzbekcha / ўзбекча
Tiếng Việt
Volapük
中文